- Κυχρέα
- Κυχρέᾱ , Κύχρευςmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τελαμών — I Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Αιακού και της Ενδηίδας, αδελφός του Πηλέα και του Φώκου. Είχε πάρει γυναίκα του την κόρη του βασιλιά της Σαλαμίνας, Κυχρέα, τη Γλαύκη, και όταν ο Κυχρέας πέθανε, έγινε βασιλιάς του νησιού. Αργότερα πήρε την… … Dictionary of Greek
Γλαύκη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θαλάσσια θεότητα που συγχέεται με τον θεό των θαλασσών Γλαύκο, προσωποποίηση του χρώματος της θάλασσας. 2. Κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, που παντρεύτηκε τον Ιάσονα όταν απομάκρυνε τη Μήδεια. Για να… … Dictionary of Greek
Κύχρεια — Ονομασία της Σαλαμίνας και μίας πόλης του νησιού, κατά την αρχαιότητα, στις νοτιοδυτικές ακτές της, τις Κυχρείες. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, έλαβε την ονομασία της από τον πρώτο της βασιλιά Κυχρέα (βλ. λ.). Τον διαδέχθηκε ο Αιακίδης Τελαμών, που… … Dictionary of Greek
Χαρικλώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ναϊάδα, κόρη του Απόλλωνα ή του Περσέα ή του Ωκεανού, σύζυγος του Κένταυρου Χείρωνα. Κοντά της ανατράφηκαν ο Ιάσονας και ο Αχιλλέας. 2. Κόρη του Κυχρέα από τη Σαλαμίνα, σύζυγος του Σκείρωνα, από τον οποίο γέννησε… … Dictionary of Greek